Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Η εποχή του Κίρο Γκλιγκόροφ και το ζήτημα της ονομασίας

Τετάρτη, 25 Απριλίου 2012

Ο πρόσφατος θάνατος του Κίρο Γκλιγκόροφ, πρώτου προέδρου [1991-1999] της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ), σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής κατά τη διάρκεια της οποίας το γειτονικό κράτος ανεξαρτητοποιήθηκε, εντάχθηκε στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), επεβίωσε της ένοπλης εθνοτικής κρίσεως του 2001 και συγκρούσθηκε διπλωματικά με την Ελλάδα για το ζήτημα της ονομασίας.
Ο Γκλιγκόροφ έπαιξε καθοριστικό ρόλο σε όλα αυτά τα επεισόδια, ακολουθώντας εξωτερική πολιτική με αυστηρά ιεραρχημένους στόχους και έχοντας πλήρη επίγνωση των περιορισμών και των ευκαιριών που προσέφερε το μεταψυχροπολεμικό περιφερειακό σύστημα των Βαλκανίων. Συγχρόνως, όμως, αγνόησε τις διεκδικήσεις και προσδοκίες της σημαντικής αλβανικής μειονότητας της ΠΓΔΜ και εισήγαγε μια έντονη εθνικιστική διάσταση στην κρατική ιδεολογία μετατοπίζοντας την ταυτότητα των Σλαβομακεδόνων προς την κατεύθυνση της αρχαιότητας.
Προφανώς, πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να ελέγξει αυτές τις διεργασίες, δεν υπολόγισε ότι οι πολιτικοί του επίγονοι θα τον παραμερίσουν ως ιδεολογικά ξεπερασμένο, μετριοπαθή ηγέτη. Οδηγώντας τις επιλογές του Γκλιγκόροφ στα λογικά τους άκρα, όπως θα δούμε, με την εκστρατεία της «Αρχαιοποίησης» και την έντονη εχθρότητα προς την Ελλάδα, η ΠΓΔΜ δεν κατόρθωσε να εισχωρήσει στο ΝΑΤΟ, η ενταξιακή της πορεία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα, ενώ η «γκρίνια" της αλβανικής μειονότητας για αυτές τις εξελίξεις υπενθυμίζει τη συνεχιζόμενη ύπαρξη σοβαρών εθνοτικών εντάσεων στο εσωτερικό της χώρας. Υπό αυτή την έννοια, και παρά τις διεθνείς επιτυχίες του, η καριέρα του Γκλιγκόροφ παρουσιάζει χαρακτηριστικά τραγωδίας καθώς το σύνολο των πολιτικών του, εν δυνάμει, δυναμιτίζουν τις προοπτικές επιβίωσης της ΠΓΔΜ καθώς και τις πιθανότητες εξεύρεσης λύσεως στο θέμα της ονομασίας.
ΚΙΡΟ ΓΚΛΙΓΚΟΡΟΦ ΚΑΙ ΣΛΑΒΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ
Για να κατανοήσουμε τις αδιάλλακτες θέσεις που επικρατούν σήμερα στην ΠΓΔΜ στο ζήτημα της ονομασίας, θα πρέπει να αναφερθούμε στον σλαβομακεδονικό εθνικισμό, κλασικός εκπρόσωπος του οποίου (αν και όχι στην πλέον ακραία εκδοχή) υπήρξε ο Κίρο Γκλιγκόροφ [1].
Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζονταν ως «Μακεδόνας», υιοθετώντας μάλλον άκριτα στοιχεία ρομαντικού εθνικισμού. Χαρακτηριστικά, αμέσως μετά την εκλογή του ως πρώτου Προέδρου της ΠΓΔΜ στις 27 Ιανουαρίου 1991 απηύθυνε λόγο στο Κοινοβούλιο της χώρας του εξηγώντας: «Το μήνυμά μου “Η Μακεδονία είναι όλα όσα έχουμε”, απευθυνόταν προς την σημερινή γενιά των Μακεδόνων, ... ήταν ... μια ιερή παρακαταθήκη προς όλες τις μέλλουσες γενιές–να φυλάνε τη Μακεδονία, ως το πιο ιερό και πολύτιμο πράγμα που έχουμε [2].»
Ο σλαβομακεδονικός εθνικισμός δε γεννιέται βέβαια με τον Γκλιγκόροφ. Παρά τις αστειότητες περί αρχαίας καταγωγής και συνέχειας (και μάλιστα προ της έλευσης των Σλάβων στα Βαλκάνια), στοιχεία του εν λόγω εθνικισμού, σε περιορισμένο επίπεδο, συναντώνται περί τα τέλη του 19ου αιώνα και αρχές του 20ου. Αποκτούν χαρακτηριστικά μαζικού κινήματος με οργανωμένη κομματική και κρατική ενίσχυση μόνο επί εποχής Τίτο και μετέπειτα.
Συγκεκριμένα, οι περισσότεροι Βούλγαροι στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν πεπεισμένοι ότι οι σλαβόφωνοι κάτοικοι στη Μακεδονία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας –που απαρτίζονταν από τα βιλαέτια (επαρχίες) της Θεσσαλονίκης, Σκοπίων και Μοναστηρίου– ήταν ομοεθνείς τους, οι οποίοι θα έπρεπε να βρίσκονται εντός των ορίων μιας νέας «Μεγάλης Βουλγαρίας» [3]. Συγχρόνως, όμως, αρκετοί Βούλγαροι συνειδητοποιούσαν ότι τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής και η περιφερειακή ισχύς της Ελλάδος και Σερβίας δεν επέτρεπαν μια τέτοια εξέλιξη. Προκειμένου να αποφευχθεί ο εδαφικός διαμελισμός της Οθωμανικής Μακεδονίας από όλα τα γειτονικά βαλκανικά κράτη, αναπτύχθηκε (πάντα από βουλγαρική σκοπιά) κίνημα πολιτικού «σεπαρατισμού» (διαχωρισμού). Στόχος ήταν η πολιτική αυτονομία της οθωμανικής Μακεδονίας και όχι η ενσωμάτωση της με τη Βουλγαρία (εξέλιξη βεβαίως που δεν αποκλειόταν για το απώτερο μέλλον).
Ο «πολιτικός σεπαρατισμός» των Βουλγάρων δεν βασίστηκε μόνο στην «ανάγνωση» της ισορροπίας ισχύος της εποχής, αλλά ήταν και αποτέλεσμα της τοπικής δυσαρέσκειας αρκετών σλαβόφωνων με τις επιλογές του βουλγαρικού κράτους σε ζητήματα γλωσσικής, εκκλησιαστικής και εξωτερικής πολιτικής. Αποσυνέδεε το άμεσο πολιτικό μέλλον της οθωμανικής Μακεδονίας από αυτό της Βουλγαρίας, χωρίς όμως να παραδέχεται την ύπαρξη ξεχωριστής «μακεδονικής» εθνότητας. Ουσιαστικά επρόκειτο για ενδο-βουλγαρική διαφοροποίηση στρατηγικών επιδιώξεων. Ακολουθήθηκε, όμως, από κίνημα «εθνικού σεπαρατισμού» το οποίο διακήρυξε την ύπαρξη «μακεδονικού» έθνους μη ταυτιζόμενου με το βουλγαρικό ή το σερβικό [4].
Σε τελική ανάλυση «δεν είναι σωστό να μιλά κάποιος για δύο ξεχωριστά εθνικά κινήματα, το βουλγαρικό και το (σλαβομακεδονικό) ... Επρόκειτο για δύο πτέρυγες του ιδίου κινήματος. Για τους ακτιβιστές ήταν απόλυτα φυσιολογικό να αλλάζουν πλευρές, και δεν είναι συμπτωματικό ότι [οι δύο αυτές εθνικές] ιστοριογραφίες οικειοποιούνται την ίδια παράδοση εθνικού απελευθερωτικού αγώνα. Και οι δύο δοξάζουν τους ίδιους ήρωες [5]».
Ίσως άθελά του, ο Γκλιγκόροφ προσφέρει πολύτιμα στοιχεία που αποδεικνύουν την ιστορικά επισφαλή ύπαρξη της εθνικής του ταυτότητας αλλά και της σχέσης της με τον βουλγαρικό εθνικισμό. Για παράδειγμα, στα απομνημονεύματά του έχει αποκαλύψει ότι μέχρι το 1941 το επώνυμό του ήταν Γκλιγκόροβιτς [6], ενώ εντυπωσιακή είναι η παραδοχή ότι η εθνική του ταυτότητα δημιουργήθηκε κάπως αργότερα στη ζωή του: «Όπως φαίνεται, μέσα μου ωρίμασε από νωρίς η πεποίθηση ότι είμαι Μακεδόνας, αλλά έχω την αίσθηση ότι αυτή η διαδικασία ολοκληρώθηκε τον καιρό που ήμουν μαθητής Γυμνασίου στα Σκόπια [7]».
Κομβικής σημασίας για τον σλαβομακεδονικό εθνικισμό αποτελεί η Συνθήκη του Βουκουρεστίου που υπεγράφη τον Δεκέμβριο του 1913 μετά το πέρας του Δευτέρου Βαλκανικού Πολέμου. Η Συνθήκη επέφερε στην Ελλάδα και τη Σερβία ποσοστά 51,5% και 38,4% επί του εδάφους της οθωμανικής Μακεδονίας αντίστοιχα, ενώ η Βουλγαρία πήρε μόλις 10,1% [8].
Σύμφωνα με τον Γκλιγκόροφ και άλλους Σλαβομακεδόνες εθνικιστές, η Συνθήκη αποτέλεσε μια μεγάλη αδικία με καταστροφικά αποτελέσματα για τον λαό του, ο οποίος όχι μόνο δεν απέκτησε δικό του κράτος, αλλά είδε την πατρίδα του να τριχοτομείται και βρέθηκε, τελικά, να ζει υπό την κατοχή εχθρικών εθνικών καθεστώτων [9].
Συμμεριζόμενος αυτή την «ανάγνωση» της Ιστορίας, ο Γκλιγκόροφ προσυπέγραψε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του έγγραφα και θέσεις που έθεταν σαφείς αλυτρωτικές διεκδικήσεις εναντίον της Ελλάδας. Για παράδειγμα, σχολιάζοντας ένα κείμενο του 1943 (στη συγγραφή του οποίου είχε συμμετάσχει και ο ίδιος), τονίζει: «ο μερικώς απελευθερωμένος λαός δεν είναι ελεύθερος» [10]. Το 1991, ως Πρόεδρος πλέον της ΠΓΔΜ, παρουσίασε μια ελαφρώς διαφορετική εκδοχή αυτής της επιχειρηματολογίας: «Παρόλο που γίνεται λόγος μόνο για ένα κομμάτι της Μακεδονίας, ... σ’ αυτό το κράτος γίνεται πράξη η κυριαρχία του μακεδονικού λαού και αποτελεί την ελπίδα ότι ο μακεδονικός λαός, αργά ή γρήγορα, θα αρχίσει να ζει σε ένα ενιαίο πολιτισμικό και οικονομικό χώρο, και θα πραγματοποιήσει τους νόμιμους εθνικούς του στόχους [11]».
Ο Γκλιγκόροφ απέφευγε συστηματικά να καταδικάζει τη ρητορική αλυτρωτικών διεκδικήσεων. Ωστόσο, δεν υπήρξε απλά ένας ιδεολογικά ακραίος εθνικιστής όπως οι πολιτικοί του επίγονοι. Ενίοτε εξηγούσε ότι «δεν πρέπει να είμαστε σκλάβοι στις υποθέσεις ότι είμαστε απευθείας απόγονοι του Μέγα Αλέξανδρου» [12]. Επίσης, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι μετά την εισδοχή της ΠΓΔΜ στον ΟΗΕ και την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, είδε σε μια δεξίωση «μια ομάδα νεώτερων ανθρώπων (γύρω στην ηλικία των 35) να κάθονται σιωπηλοί. Πήγα και τους ρώτησα από πού έρχονται. Μου απάντησαν πως είναι από την Αυστραλία. Τους ρώτησα πώς τους φάνηκαν όλα όσα συνέβησαν σήμερα. “Ωραία …”, μου απάντησε ένας από αυτούς. “Εσείς μιλήσατε, αλλά δεν τους είπατε το σημαντικότερο, δεν είπατε ότι εμείς είμαστε απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Δεν γίνεται έτσι. Σε μας αυτό θα ερμηνευτεί ότι εμείς οι Μακεδόνες αρνηθήκαμε την καταγωγή μας, τους προγόνους μας κλπ.” Δυσκολεύτηκα να βρω απάντηση αμέσως και τελικά τους είπα: “Ξέρετε, σέβομαι τις σκέψεις και τις πεποιθήσεις σας, είναι δικαίωμά σας. Αλλά σύμφωνα με την ιστοριογραφία μας στον μακεδονικό λαό επικρατεί η γνώμη ότι είμαστε Σλάβοι. Έχουμε έρθει στα Βαλκάνια τον έκτο και τον έβδομο αιώνα, έχουμε εγκατασταθεί στα εδάφη που ονομάζονται Μακεδονία και από τότε κατοικούμε σε αυτά. Δεν γνωρίζω το κατά πόσο στις φλέβες μας συνεχίζει να ρέει κάποια σταγόνα αίματος των αρχαίων Μακεδόνων, αλλά ακόμα κι έτσι, δεν είναι αυτό που δίνει την ταυτότητα του λαού μας. Δεν θέλω να σας πείσω για το αντίθετο, αφού είστε αυτής της γνώμης. Είναι δικαίωμά σας, αλλά αυτό δεν πρέπει να αλλοιώνει την άποψή σας για το γεγονός πως η Δημοκρατία της Μακεδονίας είναι ανεξάρτητο κράτος” [13]».
Αυτή η δήλωση είναι εξαιρετικής σημασίας. Ωστόσο, δε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι όσο ο Γκλιγκόροφ κατείχε την προεδρία της ΠΓΔΜ, τα σχολικά βιβλία της χώρας του ήταν γεμάτα με αναφορές σε υποτιθέμενους δεσμούς και σχέσεις με την αρχαία Μακεδονία [14]. Όταν του έγινε αυτή η παρατήρηση κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης σε ένα διεθνές συνέδριο τον Οκτώβριο του 2000, ο Γκλιγκόροφ είπε στον συγγραφέα: «οι ψυχολογικές ανάγκες του λαού μου θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη.» Δηλαδή, ο Γκλιγκόροφ γνώριζε ότι ο λαός του δεν είχε άμεση σχέση με την αρχαία Μακεδονία, αλλά ήταν πρόθυμος να επιτρέψει και να ενθαρρύνει τέτοιες εικασίες, ως μέρος της οικοδόμησης της εθνικής του ταυτότητας.
Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι ο Γκλιγκόροφ ήταν ένας σχετικά μετριοπαθής εθνικιστής, ειδικά σε σχέση με τους πολιτικούς του επιγόνους. Απελευθέρωσε, όμως, εθνικιστικές δυνάμεις και οργάνωσε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που σύντομα έφερε αποτελέσματα, τα οποία του προκαλούσαν οργή και λύπη αλλά όχι και την ακριβοδίκαιη αυτοκριτική που του άρμοζε. Χαρακτηριστικά, αναφερόμενος με έκπληξη στον σύγχρονο εθνικισμό που κυριαρχεί στην ΠΓΔΜ, ο Γκλιγκόροφ εξηγούσε ότι: «Σοβαροί ιστορικοί γελούν με όλα αυτά που συμβαίνουν στη χώρα μου τα τελευταία χρόνια ... Υπάρχουν ιστορικοί στη χώρα μου που υποστηρίζουν πως εμείς βρισκόμαστε στα χώματα αυτά 2.000 χρόνια πριν από τον Μέγα Αλέξανδρο. Για γέλια, δηλαδή ... Έλεγα σε έναν φίλο μου ιστορικό ότι έτσι όπως πάμε θα βγούμε απευθείας απόγονοι του Αδάμ και της Εύας και θα αποδειχτεί ότι ο Παράδεισος είναι «μακεδονικός» και ιδιοκτησία μας». [15]
Παρά ταύτα, ο πρώην πρόεδρος της ΠΓΔΜ, όσο ήταν στην εξουσία, υποστήριζε συγκεκριμένες θέσεις βασισμένες στα πιστεύω του περί της σλαβομακεδονικής εθνικής ταυτότητας και ιστορίας. Με αυτό το γεγονός σχετίζεται και η προσπάθειά του να αναγνωριστεί η χώρα του διεθνώς με το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας.» Εν πολλοίς, η θητεία του Γκλιγκόροφ στην προεδρία της ΠΓΔΜ ήταν αφιερωμένη και προσδιορίστηκε ακριβώς από αυτόν τον αγώνα για την ονομασία, και την επακόλουθη διπλωματική σύγκρουση με την Ελλάδα.
Ο ΚΙΡΟ ΓΚΛΙΓΚΟΡΟΦ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ
Μετά τη δεύτερη συνεδρίαση του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών στις 13 Απριλίου 1992, η Αθήνα κατέστησε σαφές στη γείτονα χώρα ότι ο όρος Μακεδονία δε θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται στην επίσημη ονομασία της. Μέλος του ΝΑΤΟ και της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με τεράστια υπεροχή σε θέματα οικονομικής ευρωστίας και στρατιωτικής ισχύος σε σχέση με την ΠΓΔΜ, η Ελλάδα ήταν αποφασισμένη να ασκήσει διπλωματική και οικονομική πίεση προς την ΠΓΔΜ, παρά το γεγονός ότι η τελευταία βρισκόταν σε επισφαλή κατάσταση.
Ο Γκλιγκόροφ παρέμενε αδιάλλακτος στην αντίθεσή του προς οποιαδήποτε συμφωνία στη βάση της ελληνικής θέσης και κατόρθωσε να αντισταθεί επιτυχώς στις πολύπλευρες και έντονες πιέσεις της Αθήνας (μη αναγνώριση, εμπάργκο κτλ.). Αυτό το επέτυχε, εν μέρει, διότι εκτίμησε σωστά τις μεταψυχροπολεμικές προτεραιότητες και τα συμφέροντα της διεθνούς κοινότητας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Το βασικό του επιχείρημα ήταν ότι η ελληνική πίεση προς την ΠΓΔΜ θα οδηγούσε σε περαιτέρω αποσταθεροποίηση της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων.
Πράγματι, οι περισσότεροι διεθνείς οργανισμοί και χώρες ήθελαν να περιορίσουν ή και να δώσουν τέλος στους πολέμους που συνδέονταν με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, αποφεύγοντας έτσι το σενάριο της εκτεταμένης εξάπλωσης των ενόπλων συγκρούσεων. Η ιστορική αλήθεια δεν ενδιέφερε ιδιαίτερα τη διεθνή κοινότητα. Αν και η Ελλάδα έθετε εντυπωσιακά επιχειρήματα, που στήριζαν τις θέσεις της στο ζήτημα της ονομασίας, η ΠΓΔΜ του Γκλιγκόροφ τα αντέκρουε αποτελεσματικά, όχι απορρίπτοντας την εγκυρότητά τους, αλλά υποστηρίζοντας πειστικά ότι η εφαρμογή των θέσεων της Αθήνας θα οδηγούσε σε ευρύτερα περιφερειακά προβλήματα.
Επίσης, ο Γκλιγκόροφ στήριξε σημαντικά την εξωτερική πολιτική της ΠΓΔΜ και με μια σειρά συγκεκριμένων χειρισμών. Ιδιαίτερης σημασίας ήταν η απόφασή του να πραγματοποιηθεί γρήγορα το δημοψήφισμα της 8ης Σεπτεμβρίου 1991, που ανακήρυξε την ΠΓΔΜ ανεξάρτητο κράτος, και αμέσως μετά να υιοθετήσει ένα σύνταγμα βασισμένο στα δυτικά πρότυπα. Και οι δύο αποφάσεις αυτές βοήθησαν να καθιερωθεί στον έξω κόσμο η εντύπωση μιας δημοκρατικής, σχετικά φιλελεύθερης χώρας, με δυτικό προσανατολισμό.
Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι ο Γκλιγκόροφ διέθετε την εξαιρετική ικανότητα να παρουσιάζεται στη διεθνή κοινότητα ως πρόθυμος για συμβιβασμό, χωρίς όμως να χρειάζεται ποτέ να προχωρήσει σε ουσιαστικές παραχωρήσεις. Μολονότι ποτέ δεν αποδέχτηκε την ελληνική θέση για το θέμα του ονόματος, σε αρκετές περιπτώσεις φάνηκε πρόθυμος να αλλάξει την πολιτική της χώρας του για το ζήτημα αυτό.
Συγκεκριμένα, στις 9 Δεκεμβρίου 1992, δήλωσε στο Κοινοβούλιο της ΠΓΔΜ ότι ήταν έτοιμος να στηρίξει την πρωτοβουλία του Βρετανού διπλωμάτη (εκπροσώπου της βρετανικής προεδρίας) Ρόμπιν Ο’ Νήλ και την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας (Σκόπια)» για όλες τις διεθνείς υποθέσεις, αν και διευκρίνισε ότι στο εσωτερικό της χώρας θα χρησιμοποιούνταν η ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας.» Η ελληνική κυβέρνηση, όμως, απέρριψε το σχέδιο όπως ήταν αναμενόμενο, αφού δεν ήταν σύμφωνο με την επίσημη θέση στο θέμα του ονόματος.
Επιπλέον, ένας ακόμα επιτυχημένος «συμβιβασμός» του Γκλιγκόροφ για να καταφέρει την ένταξή του κράτους του στον ΟΗΕ, ήταν ότι δέχτηκε το 1993 την προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ. Θεώρησε την ένταξη στον ΟΗΕ γεγονός υψίστης πολιτικής σημασίας και κατά συνέπεια δεν δίστασε να συμβιβαστεί, αγνοώντας το αναπόφευκτο εσωτερικό πολιτικό κόστος και κριτική.
Θα μπορούσε συνεπώς να ισχυριστεί κάποιος ότι η διεθνής αναγνώριση της χώρας του ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» δεν ήταν ο μοναδικός στόχος του Γκλιγκόροφ καθώς, σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις, επεδίωξε σοβαρές διαπραγματεύσεις και αποδέχτηκε συμβιβασμούς. Ωστόσο, σε αυτό το επιχείρημα θα πρέπει να αντιπαρατάξουμε ότι το πέρασμα του χρόνου λειτουργούσε υποστηρικτικά στις πολιτικές προθέσεις της ΠΓΔΜ. Για παράδειγμα, τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αποκαλούσαν συνεχώς τη νεόκοπη δημοκρατία ως «Μακεδονία», κερδίζοντας έτσι μια άτυπη αλλά σημαντική «αναγνώριση». Επιπροσθέτως, άρχισε η διαδικασία αναγνωρίσεων για διμερείς σχέσεις με τη συνταγματική ονομασία της ΠΓΔΜ (ως τις αρχές του 2012, 133 κράτη είχαν προβεί σε ανάλογες ενέργειες).
Επιπλέον, ο Γκλιγκόροφ κατόρθωσε να φαίνεται «εκ του ασφαλούς» πιο ευέλικτος και ανεκτικός στα μέλη της διεθνούς κοινότητας, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι, για διαφόρους λόγους που συνδέονταν κυρίως με την ελληνική εσωτερική πολιτική κατάσταση, καμία κυβέρνηση δε θα μπορούσε να συμβιβαστεί στο θέμα του ονόματος, και συνεπώς η Αθήνα θα απέρριπτε τις διάφορες μεσολαβητικές προσπάθειες, αναλαμβάνοντας και το αντίστοιχο διεθνές πολιτικό κόστος.
Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο Γκλιγκόροφ δεν ηττήθηκε στο θέμα της ονομασίας αν και αντιμετώπιζε μια πανίσχυρη –σε σχέση με την ΠΓΔΜ– Ελλάδα, οι πολιτικές που ακολούθησε δυναμίτισαν εν τέλει την εσωτερική συνοχή της ΠΓΔΜ, έφεραν στο προσκήνιο ακραίους εθνικιστές και δυσχέραναν σημαντικά τη μελλοντική επίλυση του ζητήματος της ονομασίας.
ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΕΠΙΓΟΝΟΙ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Στο εσωτερικό της ΠΓΔΜ, ο εθνικισμός του Κίρο Γκλιγκόροφ δεν του επέτρεψε ποτέ να αποδεχτεί ότι οι Αλβανοί (περίπου το 1/3 του πληθυσμού) αποτελούσαν ισότιμο έθνος με τους Σλαβομακεδόνες. Αποκαλυπτική είναι μια αναφορά του για το ταξίδι του στη Νέα Υόρκη, πριν από την ένταξη της ΠΓΔΜ στον ΟΗΕ: «Θεώρησα σκόπιμο να εντάξω στην αποστολή για τη Νέα Υόρκη και κάποιον Αλβανό. Μέσω αυτού, [επιθυμούσα] να συμμετάσχει και η αλβανική εθνότητα στη Μακεδονία και να εκπροσωπηθεί και αυτή στην ιστορική συνάντηση. Θυμήθηκα ότι εκείνοι δεν έλαβαν μέρος στο δημοψήφισμα, δεν ψήφισαν για το Σύνταγμα κλπ, και αν επαναληφθεί το ίδιο και στην ένταξή μας στα Ηνωμένα Έθνη, θα συνεχιστεί η τακτική αμφισβήτησης των βασικότερων πράξεων αυτού του κράτους». [16]
Τελικά, ως αποτέλεσμα μιας σχεδόν ύστερης σκέψης, τον Γκλιγκόροφ συνόδευσε και ένας Αλβανός βουλευτής. Το γεγονός είναι ενδεικτικό της περιορισμένης σημασίας που έδινε ο Γκλιγκόροφ στους Αλβανούς του κράτους του. Ο εθνικισμός του τον έκανε να ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με τις ανάγκες και τους στόχους των Σλαβομακεδόνων.
Προκειμένου να λύσουν τις διαφορές τους με την εθνική πλειοψηφία της ΠΓΔΜ, και σε αντίθεση με τους Έλληνες, οι Αλβανοί αποδείχτηκαν την άνοιξη του 2001 πρόθυμοι να προβούν σε ένοπλη σύρραξη και να θέσουν σε αμφισβήτηση την ίδια την ύπαρξη της νεότευκτης δημοκρατίας. Οι συμφωνίες-πλαίσιο τις Αχρίδας, που υπεγράφησαν το καλοκαίρι του 2001, επέτρεψαν το τέλος των εχθροπραξιών και την ειρηνική συμβίωση, αλλά στη βάση αμοιβαίας καχυποψίας και ψυχολογικής ρήξης μεταξύ των δύο κοινοτήτων έκτοτε[17]. Ο Γκλιγκόροφ έχει ουσιαστική ευθύνη γι’ αυτή την μακροπρόθεσμα αρνητική για τη χώρα του πραγματικότητα και εξέλιξη.
Όμως, ο πρώτος πρόεδρος της ΠΓΔΜ φέρει ευθύνη και για το γεγονός ότι το εκπαιδευτικό σύστημα που ίδιος είχε προκρίνει, γαλούχησε μια νέα γενιά πολιτών και πολιτικών με έντονα εθνικιστικά χαρακτηριστικά καθώς και μια ιδιάζουσα ανάγνωση της αρχαιότητας. Αποκορύφωμα: η εκστρατεία «αρχαιοποίησης» που έχει αναλάβει η κυβέρνησης του τωρινού πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ Νίκολα Γκρουέφσκι, ο οποίος προΐσταται του εθνικιστικού κόμματος VMRO.
Η «αρχαιοποίηση» βασίζεται σε συγκεκριμένη παραποίηση της αρχαιότητας, αφετηρία της οποίας είναι κατ' ανάγκην η επιχειρηματολογία ότι οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν σχετίζονται με τους Έλληνες. Αυτό επιτρέπει στους Σλαβομακεδόνες εθνικιστές να «επιμένουν σε απευθείας σύνδεση του κόσμου του Μεγάλου Αλέξανδρου με τη 'Μακεδονία' του σήμερα» [18]. Ουσιαστικά πρόκειται για μια «ιδεολογία ιστορίας και ταυτότητας βασισμένης στον Μέγα Αλέξανδρο ... η οποία ανακαλύπτεται και παρουσιάζεται την ίδια στιγμή ... με αποτέλεσμα μια ανιστόρητη ιστορική προσέγγιση» [19]. H καμπάνια περιλαμβάνει τη μετονομασία των αεροδρομίων των Σκοπίων και της Αχρίδας σε «Μέγας Αλέξανδρος» και «Απόστολος Παύλος» αντίστοιχα, την τοποθέτηση τεράστιου αγάλματος «έφιππου Μακεδόνα» σε κεντρικό σημείο της πόλης των Σκοπίων (ετοιμάζεται και άγαλμα του Φιλίππου ΙΙ παραπλήσιων «κιτς» προδιαγραφών), τη μετονομασία οδών, πλατειών και γηπέδων με αναφορές στην αρχαία Μακεδονία, και ουσιαστικά, την προσπάθεια σύνδεσης της σύγχρονης σλαβομακεδονικής ταυτότητας με την αρχαιότητα.
Σε τελική ανάλυση, η «αρχαιοποίηση» συνιστά τη λογική και συνάμα ακραία εξέλιξη των αρχικών ιδεολογικών επιλογών του Κίρο Γκλιγκόροφ. Αναπόφευκτα, δηλητηριάζει περαιτέρω τις σχέσεις με την Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ η Αθήνα από το 2007 έχει υιοθετήσει πιο διαλλακτική θέση στο ζήτημα της ονομασίας (σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό του όρου Μακεδονία, erga omnes) ο Νίκολα Γκρουέφσκι δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί θετικά σε οποιαδήποτε προσπάθεια συμβιβασμού. Αντίθετα, τον Ιούλιο του 2008, απέστειλε επιστολή στον τότε Έλληνα Πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή, κάνοντας λόγο περί ύπαρξης «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, ενώ τον Νοέμβριο του 2008 προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, καταγγέλλοντας την Αθήνα για παραβίαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, επειδή δεν κατάφερε να εισχωρήσει η ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ κατά τη διάρκεια της Συνόδου κορυφής του Απριλίου 2008 στο Βουκουρέστι.
Τελικά, τον Δεκέμβριο του 2011 το Διεθνές Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 11 παραγράφου 1 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, σύμφωνα με το οποίο «το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος (Ελλάδα) συμφωνεί να μην αντιταχθεί στην αίτηση εισδοχής ή στη συμμετοχή του Δευτέρου Συμβαλλομένου Μέρους (ΠΓΔΜ) ως μέλους σε διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς οργανισμούς και θεσμούς, στους οποίους το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος είναι μέλος. Το Πρώτο Συμβαλλόμενο Μέρος, εντούτοις, διατηρεί το δικαίωμα να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε συμμετοχή από τις προαναφερθείσες, εάν, και στο μέτρο που, το Δεύτερο Συμβαλλόμενο Μέρος πρόκειται να αναφέρεται σε τέτοιους οργανισμούς ή θεσμούς διαφορετικά από ό,τι στην παράγραφο 2 της αποφάσεως 817 (1993) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (δηλαδή ως ΠΓΔΜ)».
Συγχρόνως το Διεθνές Δικαστήριο αρνήθηκε να υπαγορεύσει στην Αθήνα οποιαδήποτε συγκεκριμένη ενέργεια στο ζήτημα της ονομασίας. Και αυτό διότι, όπως αναφέρεται στο κείμενο της απόφασης, «ως γενικός κανόνας, δεν υπάρχει λόγος να εικάζεται ότι μια χώρα, η ενέργεια ή η συμπεριφορά της οποίας κρίθηκε από το Δικαστήριο ως λανθασμένη, θα επαναλάβει την ίδια ενέργεια ή συμπεριφορά στο μέλλον, δεδομένου ότι θα πρέπει να τεκμαίρεται η καλή της πίστη».
Στην Αθήνα επικράτησε η άποψη ότι η καταδίκη της Ελλάδος, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, δε θα αναγκάσει σε επανασχεδιασμό της εθνικής πολιτικής στο θέμα του ονόματος. Επίσημες δηλώσεις και κείμενα του ΝΑΤΟ αλλά και του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέστησαν σαφές ότι η καταδίκη δεν θα επηρεάσει τις ειλημμένες αποφάσεις έναντι της ΠΓΔΜ. Καταδεικνύεται έτσι η διεθνής απομόνωση στην οποία έχουν περιέλθει οι πολιτικοί επίγονοι του Κίρο Γκλιγκόροφ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ύστερα από δύο δεκαετίες διαφωνιών και ενίοτε έντονων διπλωματικών συγκρούσεων, η επίλυση του ζητήματος της ονομασίας θα συνεισφέρει στην περιφερειακή σταθερότητα. Στις διεθνείς σχέσεις, όμως, επικρατεί ρευστότητα και αβεβαιότητα. Μακροπρόθεσμα, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα, ειδικά αν αλλάξουν οι προτεραιότητες της διεθνούς κοινότητας στα δυτικά Βαλκάνια. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ελληνική πολιτική ηγεσία θα πρέπει να εξετάσει σοβαρά όλες τις παραμέτρους μιας ενδεχόμενης καταγγελίας της Ενδιάμεσης Συμφωνίας σε πλαίσιο εντατικοποίησης των διμερών διαπραγματεύσεων υπό την αιγίδα του ΟΗΕ.
Επιπροσθέτως, ο σημαντικότερος κίνδυνος που ελλοχεύει για την Ελλάδα σχετίζεται με την διπλωματική ενδυνάμωση της ΠΓΔΜ εφόσον επέλθει η εισδοχή της στους βασικούς ευρωατλαντικούς οργανισμούς. Όπως προειδοποιεί η ρεαλιστική προσέγγιση της θεωρίας των Διεθνών Σχέσεων, «τα κράτη ... φοβούνται τα... κοινά κέρδη που δίνουν πλεονεκτήματα σε έναν φίλο στο παρόν αλλά μπορούν να δημιουργήσουν έναν πιο επικίνδυνο εν δυνάμει εχθρό στο μέλλον. Γι’ αυτό τον λόγο, τα κράτη πρέπει να δίνουν μεγάλη προσοχή στα κέρδη (των κρατών με τα οποία συνεργάζονται)» [20]. Με άλλα λόγια, οι διμερείς διαφορές πρέπει να λυθούν πριν η ΠΓΔΜ γίνει μέλος σε ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση. Μετά θα είναι απλώς αργά, αφού τα σχετικά κέρδη του γειτονικού κράτους θα είναι τεράστια. Όμως, η εποχή της ανεξαρτησίας στην ΠΓΔΜ, την οποία σηματοδότησε η πολιτική ηγεσία του Γκλιγκόροφ, έχει φέρει στην εξουσία ηγέτες που ουδόλως φαίνονται διατεθειμένοι να προβούν ποτέ σε οιονδήποτε ουσιαστικό συμβιβασμό.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Τα επιχειρήματα στο παρόν και επόμενο τμήμα της παρούσας εργασίας είναι μερικώς βασισμένα και αναπτύσσονται εκτενέστερα στο Τζιαμπίρης Αριστοτέλης, Διεθνείς Σχέσεις και Μακεδονικό Ζήτημα, ΕΛΙΑΜΕΠ, 2003, κεφάλαιο 4. Για την ευρωπαϊκή διάσταση της ελληνικής εξωτερική πολιτικής εκείνης της περιόδου, βλέπε επίσης Kouskouvelis Ilias., Institutionalism and the Macedonian Question, Journal of South East European and Black Sea Studies, 4, no. 3, 2004, σελ, 505-515.
[2] Γκλιγκόροφ Κίρο, Απομνημονεύματα, Κούριερ Εκδοτική, 2000, σελ. 11, δική μου έμφαση.
[3] Βλέπε Αγγελοπούλου Άννα, Ο Κ. Π. Μισίρκοφ (1874-1926) και η Κίνηση των «Μακεδονιστών», University Studio Press, 2005.
[4] Η συζήτηση αυτών των θεμάτων είναι εν μέρη βασισμένη στην εξαιρετική μελέτη Αγγελοπούλου Άννα, Ο Κ. Π. Μισίρκοφ (1874-1926) και η Κίνηση των «Μακεδονιστών», University Studio Press, 2005. Βλέπε επίσης, Tziampiris Aristotle, "Greek Historiography and Slav-Macedonian Identity", The Historical Review/La Revue Historique, (υπό δημοσίευση, 2012).
[5] Adanair Fikret, "The Macedonians in the Ottoman Empire, 1878-1912" στο Andreas Keppeler (επιμέλεια), The Formation of National Elites, New York University Press, 1992, σελ. 16, μετάφραση δική μου.
[6] Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 17-18.
[7] Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 21, δική μου έμφαση.
[8] Βλέπε Kofos Evangelos, Nationalism and Communism in Macedonia, Institute for Balkan Studies, 1964, σ. 44.
[9] Βλέπε Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 126, Rossos Andrew, Macedonia and the Macedonians: A History, Hoover Institution Press, 2008, σελ 115, 119, 128, 163, 240 και Tziampiris Aristotle, "Greece and the Macedonian Question: An Assessment of Recent Claims and Criticisms", Southeast European and Black Sea Studies, Vol. 11, No. 1, March 2011, σελ. 69-83.
[10] Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 42, δική μου έμφαση.
[11] Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 105.
[12] Gligorov Kiro, "The Unrealistic Dreams of Large States", στο Pettifer James (επιμέλεια), The Macedonian Question, St Martin's Press, 1999, σελ. 102.
[13] Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 259, δική μου έμφαση.
[14] Βλέπε Kofos Evangelos, "The Vision of 'Greater Macedonia'", The Friends of the Museum of the Macedonian Struggle, 1994.
[15]Το απόσπασμα είναι από συνέντευξη που παραχώρησε ο Γκλιγκόροφ στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα το 2009. Βλέπε ιστοσελίδα http://www.protothema.gr/politics/article/?aid=168955.
[16] Γκλιγκόροφ, 2000, σελ. 250, δική μου έμφαση.
[17] Για τη στάση της Ελλάδος απέναντι στην εθνοτική κρίση του 2001 στην ΠΓΔΜ βλέπε Τζιαμπίρης Αριστοτέλης, «Ο Ρεαλισμός της Νέας Ελληνικής Εξωτερικής Πολιτικής Απέναντι στην ΠΓΔΜ», Εξωτερικά Θέματα, No. 7, Οκτώβριος 2002, σελ. 119-127.
[18] Boris Georgievski, “Ghosts of the Past Endanger Macedonia’s Future”, Balkan Insight.com, 27 October 2009, μετάφραση δική μου.
[19] Robert Marquand, “2,300 Years Later, ‘Alexander-mania’ Grips Macedonia”, The Christian Science Monitor, 21 March 2009, μετάφραση δική μου.
[20] Grieco M. Joseph, "Anarchy and the Limits of Cooperation: A Realist Critique of the Newest Liberal Institutionalism", International Organization, Vol. 42, No. 3, σελ. 487, δική μου μετάφραση.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
http://foreignaffairs.gr/articles/68708/aristotelis-tziampiris/i-epoxi-toy-kiro-gkligkorof-kai-to-zitima-tis-onomasias?page=show

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου